Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

κεφαλίτης λίθος

См. также в других словарях:

  • κεφαλίτης — κεφαλίτης, ὁ (Α) φρ. (κατά τον Ησύχ.) «κεφαλίτης λίθος» ακρογωνιαίος λίθος. [ΕΤΥΜΟΛ. < κεφαλή + κατάλ. ίτης (πρβλ. αυλ ίτης, οδ ίτης)] …   Dictionary of Greek

  • κεφαλιτοπαραμήκης — κεφαλιτοπαραμήκης, ὁ (Α) φρ. «κεφαλιτοπαραμήκης λίθος» επιμήκης οικοδομικός λίθος. [ΕΤΥΜΟΛ. < κεφαλίτης + παραμήκης «επιμήκης»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»